- υστερομινωικός
- -ή, -ό, Ναυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τρίτη περίοδο τού μινωικού πολιτισμού, η οποία εκτείνεται από το 1508 ώς το 1100 π.Χ.[ΕΤΥΜΟΛ. < ύστερος + μινωικός].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
υστερομινωικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τρίτη φάση του μινωικού πολιτισμού (1580 1100 π.Χ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ύστερος — η, ο/ ὕστερος, έρα, ον, ΝΜΑ, και οὕστερος, ον, και τ. ουδ. ως επίρρ. ὕσταριν, Α 1. αυτός που, σε σχέση με τον χρόνο ή σε σχέση με μια σειρά, ακολουθεί, έρχεται μετά από κάποιον άλλο, ο μεταγενέστερος ενός άλλου (α. «στην ύστερη αρχαιότητα… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Σητείας — Tο Aρχαιολογικό Mουσείο Σητείας εγκαινιάστηκε το 1984, για να στεγάσει τα πολυάριθμα ευρήματα της περιοχής. Ένα μέρος από αυτά τα ευρήματα εκτίθεται στο Μουσείο Hρακλείου (αίθουσα Zάκρου) και στο Mουσείο Aγίου Nικολάου. Aν η επίσκεψή σας στο… … Dictionary of Greek